Το κλάμπ ήταν κατάμεστο. Περασμένα μεσάνυχτα κατά πολύ.
Το ζευγάρι με το που μπήκε τράβηξε τα βλέμματα του κόσμου. Εκείνη συνηθισμένη, λεπτή, καστανά ίσια μαλλιά έπεφταν στους ώμους της, καστανά γλυκά μάτια, μεσούλα δαχτυλίδι, τακούνια όχι πολύ ψηλά..μιά ωραία κοπέλλα, τίποτα περισσότερο. Εκείνος, αχ! εκείνος..τράβηξε όλα τα βλέμματα του γυναικείου και μη κόσμου. Ψηλός, γεροδεμένος, ωραία στιλπνά μαλλιά με κόψιμο που του πήγαινε, σαν να κάνανε και λίγο μπούκλα, ηλιοψημένος αλλά όχι ψητός στον ήλιο......τα μάτια του σκούρα πράσινα, μεγάλα με πυκνά τσίνορα ατένιζαν, σαν να πέρναγαν μέσα απο το είναι σου, ζάλη και πόθο έφεραν στις γυναίκες που πέσανε μέσα τους.. Ενα ωραίο Τ-shirt, τίποτα κραυγαλέο, στενό το παντελόνι στον καβάλο, ζηλιάρικα κρυφοκύτταζαν οι αρσενικοί θαμώνες τους κοιλιακούς (μά πόσες ώρες τρώει στον πάγκο, γμτ!!) baggy ελαφρώς τα παντελόνια πρός τα κάτω, άρωμα αρρενωπό και ελάχιστο..
Το ζευγάρι ήπιε νωχελικά το ποτό του, αδιαφορώντας για το χάος που σκορπούσε γύρω του. Εσκυψε ο νεαρός και φίλησε ελαφρά το μάγουλο της κοπέλλας του. Μεμιάς τα γυναικεία βλέμματα κόλλησαν στον πισινό του, σαν Κούρος, μικρός και χυμώδης φάνταζε μέσα απο το λεπτό ύφασμα, έρμαιο στην φαντασία του οποιουδήποτε...κοκκίνησαν μερικές και μακάρισαν το μισοσκόταδο για τις παθιασμένες σκέψεις τους.. Εκείνος κύτταζε την κοπέλλα του στα μάτια, εκείνη χαμογελούσε με νόημα.
Δεν έμειναν πολύ. Πρός μεγάλη λύπη των θαμώνων, έφυγαν λίγο αργότερα.
Φθάσανε σπίτι τους. Μπήκαν μέσα και φιλήθηκαν. Εκείνη πήγε να ανάψει τα φώτα και να βάλει λίγη μουσική. Εκείνος πήγε στο μπάνιο. Αναψε το φώς.
Προσεκτικά έβγαλε τους πράσινους φακούς επαφής απο τα μάτια και έβαλε λίγο κολλύριο γιατί έτσουζαν..απο τους καπνούς. Τα μάτια του ήταν συνηθισμένα, μαύρα θαρρώ. Επλυνε το πρόσωπό του με νερό για να φύγουν οι πούδρες που του σκέπαζαν κάποιες μικρές ρυτίδες στα μάτια και του έδιναν ηλιοψημένη όψη.
"Με πήραν τα χρόνια" σκέφτηκε..
Εβγαλε και το περουκίνι απο το κεφάλι του και το ακούμπησε στο πλυντήριο δίπλα.. ,,μελαγχολικά αναπόλησε τα αληθινά του μαλλιά, τώρα μόνο για καράφλα τάληρο μπορούσε να παινεύεται..
"αχ που πήγαν τα μαλλάκια μου" σκέφτηκε την ώρα που έβγαζε το παντελόνι του. Εβγαλε και τον κορσέ, ούφ! του είχε κόψει την ανάσα δεν τον άντεχε πιά!. Η χαλαρή κοιλιακή χώρα αναστέναξε και εκείνη, κόντευε να λιώσει απο τη ζέστη της φυλακής της.
"Ακόμη και να λιώσω στα ροκανίσματα, δεν μαζεύονται οι λαπατσούρες..δεν το γλυτώνω το νυστέρι μου φαίνεται".
Εκανε ένα χλιαρό ντούς για να ανανεωθεί και χώθηκε στις πυτζάμες του.
"Διόλου σέξυ είναι η πραγματικότητα"...
πήγε στο σαλόνι.. τον περίμενε με το ποτό στο χέρι.."
"Αγάπη μου", του ψιθύρισε
Και εκείνος ξέχασε τους μύθους και εγινε Αυτός. Μόνο για κείνη.
Την αγάπη του.